συγκατανείμειε

συγκατανείμειε
συγκατανέμω
count among
aor opt act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • συγκατανέμω — Α 1. περιλαμβάνω με όμοιο τρόπο, συνυπολογίζω («οἷς καὶ τὸν Ήλιόδωρον συγκατανείμειέ τις», Λογγίν.) 2. μέσ. συγκατανέμομαι μοιράζομαι κάτι με άλλον («ἀπὸ Χαλκίδος... πλῆθος ἐλθὸν ξυγκατενείμαντο τὴν γῆν», Θουκ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”